Ένα ποδηλατικό οδοιπορικό 1200 χιλιομέτρων, που πραγματοποιήθηκε μεταξύ 2 και 11 Οκτωβρίου 2012, στα ίχνη της Αρχαίας Μακεδονίας, στο Βασίλειο του Φιλίππου Β’.

Κυριακή 30 Δεκεμβρίου 2012

Αυτή η Ελλάδα ποτέ δεν πεθαίνει…



Εδώ και μερικές μέρες το θέμα στα κανάλια είναι αν πρέπει ή όχι να παραγραφεί ο Παπακωνσταντίνου. Για όσους δεν θυμούνται, ήταν ο αγαπημένος υπουργός Οικονομικών του Παπανδρέου, ο οποίος φουσκώνοντας τεχνητά το έλλειμμα, μας οδήγησε στην πόρτα του ΔΝΤ.

Πώς όμως τα ίδια άτομα που συμμετείχαν  στην οργάνωση ενός από τα μεγαλύτερα εγκλήματα εναντίον της χώρας μας, έρχονται να ελέγξουν έναν από «αυτούς»; Δεν είναι παράλογο;


Όχι βέβαια. Αφού έφεραν την Ελλάδα μέσα στο ΔΝΤ, προσπαθώντας να σβήσουν έτσι το φαγοπότι που είχαν στήσει τόσα χρόνια εναντίον του ελληνικού λαού, μετά προσπαθούν να αποποιηθούν κάθε ευθύνη. Ο Παπανδρέου έφυγε (μάλλον φυγαδεύτηκε) από την Ελλάδα, οπότε δεν μπορεί να μιλήσει για οτιδήποτε. Άρα ποιος άλλος «αμαρτωλός» απομένει; Ο αγαπημένος του υπουργός. Αυτός λοιπόν ο πολιτικός επιλέχθηκε να καθαιρεθεί και να πάρει μαζί του το σκάνδαλο με τη λίστα Λαγκάρντ, όπως ο Τσοχατζόπουλος επιλέχθηκε για το σκάνδαλο με τις μίζες. Απλά τα πράγματα.


Αν βάλουμε στην εξίσωση, τα καινούργια μέτρα που ξεκινούν από το 2013, όπως μειώσεις μισθών, φορολογικό, αυξήσεις σε ΔΕΗ κ.τ.λ., καταλαβαίνουμε ότι ο χρονισμός του θέματος Παπακωνσταντίνου είναι άψογος. Η κοινή γνώμη (πιστεύουν) θα καθησυχαστεί με την καταδίκη (αν υπάρξει) ενός από τους πρωτεργάτες των Μνημονίων και θα αποδεχτεί ό,τι μέτρα ζητηθούν.


Προσωπικά νομίζω ότι ο κόσμος έχει πλέον μπουχτίσει από τέτοια χειραγώγηση και οι μόνοι που πραγματικά ασχολούνται με το θέμα, είναι οι εντεταλμένοι δημοσιογράφοι της κυβέρνησης.

Ο κόσμος έχει σοβαρότερα προβλήματα, με το αν ο χ ψ πολιτικός πρέπει ή όχι να παραγραφεί. Ο κόσμος πεινάει, λιμοκτονεί, είναι στα όρια του. Χρειάζεται μια γενναία απόφαση, αλλά δυστυχώς πρέπει να υπάρχουν γενναίοι πολιτικοί άνδρες για μια τέτοια απόφαση.

Αυτή η Ελλάδα της χειραγώγησης, του ψέματος και της εμμονής με την εξουσία άσχετα με ποιο κόστος, ποτέ δεν πεθαίνει.

Παρασκευή 2 Νοεμβρίου 2012

Όπου το μυαλό αναπολεί και το σώμα ακόμα αναρρώνει



Αυτό ήταν, το ταξίδι τελικά τελείωσε... Το ταξίδι τελείωσε όπως είχε σχεδιαστεί, μέσα σε δέκα μέρες, από εκείνη την Τρίτη 2 Οκτωβρίου. που πάτησα την πρώτη πεταλιά πάνω στην άσφαλτο.  Ξεκίνησα με δέκατα, που μάλλον ποτέ δε με άφησαν. Με τις ζέστες που έκανε τις πρώτες μέρες, δεν θα μπορούσα να καταλάβω τη διαφορά, ακόμα και να ήθελα. Τέλος καλό όμως, οπότε όλα καλά.

Ακόμα και τώρα, 2 εβδομάδες μετά το τερματισμό, το σώμα μου προσπαθεί να ισορροπήσει από την ταλαιπωρία, ενώ το μυαλό μου είναι ακόμα πλημμυρισμένο με εικόνες, μυρωδιές, ακούσματα…

Ήταν ένα μεγάλο ταξίδι, τόσο σε απόσταση όσο και σε περιεχόμενο. Γύρισα ολόκληρη τη Μακεδονία. Στο δρόμο μου, αντιμετώπισα ζέστη, υγρασία και βροχή, μπόλικο σκοτάδι και αρκετό κόντρα άνεμο, χαμόγελα αλλά και περίεργα βλέμματα, σεβασμό, θαυμασμό αλλά και αδιαφορία. Από όλα είχε ο μπαξές, γι αυτό και τα συναισθήματα μου είναι ακόμα μπερδεμένα.

Την τελευταία νύχτα πριν το ταξίδι, ήμουν σε υπερένταση. Με την Αλεξία κάναμε καταμέτρηση των αντικειμένων που θα τοποθετούνταν σε 3 τσάντες τουρισμού και θα μου έκαναν παρέα για τις επόμενες 10 ημέρες. Δεν είχα χρόνο καν να σκεφτώ πώς θα ήταν το ταξίδι, απλά προσπαθούσα να μην ξεχάσω τίποτα. Και τελικά δεν ξέχασα τίποτα.

Η Μέρα 1 πέρασε χωρίς να το καταλάβω. Η συνοδεία των φίλων βοήθησε, μαζί και ο ενθουσιασμός της πρώτης μέρας. Μετά τον καφέ στην Άρνισσα, ήμουν μόνος μου.

Το Νυμφαίο στη Νάουσα ήταν μια σημαντική στάση. Εκεί ένοιωσα για πρώτη φορά όμορφα, ήταν άλλωστε και κάτι διαφορετικό. Σκέφτηκα ότι άξιζε αυτό το ταξίδι, μόνο και μόνο επειδή περπατούσα στα ίδια βράχια που είχε περπατήσει (και διδαχτεί) ο Μέγας Αλέξανδρος. Εκεί γέλασα όταν για πρώτη φορά με πέρασαν για ξένο και μου μίλησαν αγγλικά. Σου λέει, ποιος Έλληνας θα κάνει ταξίδι με ποδήλατο και μπαγκάζια. Κι όμως…

Η Μέρα 2 και τα 4 λάστιχα της, τι να πει κανείς…. Μέρα που σε έσπαζε ή σε έφτιαχνε. Σε εκείνα τα 15 τελευταία ανηφορικά χιλιόμετρα πριν το Κιλκίς, κάτι μαγικό έγινε, χωρίς ποτέ να μπορέσω να το εξηγήσω. Σταθερά ο ρυθμός μου έπεφτε, η ψυχολογία κλονισμένη, πεινούσα, πόναγαν τα δάχτυλα των ποδιών μου και τα έσφιγγα για να αντέχω το πόνο, δεν είχα δύναμη.

Όταν πρωτοείδα το Κιλκίς στο βάθος, μου φάνηκε σαν οφθαλμαπάτη στην έρημο. Τότε άρχισα να ακούω μια μουσική στα αυτιά μου, ενώ δε φορούσα τα ακουστικά. Η μουσική, ένα γνωστό επικό σάουντρακ, δυνάμωσε σταθερά, ένοιωσα ανατριχίλες να διαπερνούν το σώμα μου και μετά κατάλαβα ότι ο ρυθμός μου είχε ανέβει. Κοίταξα τα πόδια μου και πήγαιναν μόνα τους, γρήγορα, όλο και πιο γρήγορα. Η μουσική συνέχιζε, εκκωφαντική και η ταχύτητα στο κοντέρ 25, 27, 32, 33,34, 35, 33, 29…. Κράτησε για κάμποσο και όταν έφτασα κοντά στα 4 χιλιόμετρα από την πόλη, η μουσική χάθηκε, το ίδιο και η δύναμη μου. Ακόμα δεν μπορώ να το εξηγήσω.

Το βράδυ της ίδιας μέρας, όταν έσπρωχνα μετά βίας το ποδήλατο σε εκείνη την καταραμένη ανηφόρα πριν το Ωραιόκαστρο, σκέφτηκα για μια στιγμή ότι θα έπρεπε να φοβηθώ, τα πάντα μπορούσαν να συμβούν` ήμουν κουρασμένος και αφυδατωμένος, μπορεί να κατέρρεα, μπορεί κάποιο αμάξι να με χτυπούσε…. Όχι όμως, τίποτα, καμιά αμφιβολία δεν υπήρχε στο μυαλό μου, μόνο ο στόχος, απλός και ξεκάθαρος. Να φτάσω στο κατάλυμα μου, για να ξεκουραστώ και να συνεχίσω.  Ένας άνθρωπος και ο στόχος του. Αυτό.

Από τη Μέρα 3 θυμάμαι τη ζέστη και τη συνεχόμενη ανηφόρα 10 χιλιομέτρων πριν το Σοχό. Πόνος αλλά και απόλαυση μαζί, δύσκολο να το εξηγήσεις σε κάποιον που δεν είναι ποδηλάτης. Το εκκλησάκι με την πηγή, αγαλλίαση.

Η στάση στο Σοχό και η χοιρινή… Δεν μπόρεσα να απολαύσω ούτε μία μπουκιά. Όχι λόγω του φαγητού, η μπριζόλα ήταν υπέροχη, αλλά λόγω της παρέας… Κάπως έτσι πρέπει να ήταν το καφενείο Η Ελλάς, από το 1821. Οι Έλληνες χωρισμένοι σε πράσινους, μπλε και ροζ, να σχολιάζουν, να κατηγορούν και στο τέλος να κάνουν κόντρες, ποιος από αυτούς είχε φάει τη μεγαλύτερη επιδότηση. Αναρωτήθηκα «Υπάρχει ελπίδα για αυτή την καημένη χώρα; Αυτοί είναι οι απόγονοι των αρχαίων Ελλήνων;» Απάντηση δεν πήρα.

Χάθηκα στο δρόμο για Νιγρίτα, η Αλεξία με γύρισε πίσω εξ αποστάσεως, την αγάπησα ακόμα πιο πολύ. Η κατάβαση προς Νιγρίτα,…, σαν να έκανα κούνια στην παιδική χαρά, αναμνήσεις δεκαετιών σκαρφάλωσαν στο μυαλό μου. Απόλαυση, καθαρή απόλαυση, να κυνηγιόμαστε στις φουρκέτες με τον Μάκη, τον καινούργιο μου φίλο. Σέρρες, όμορφη πόλη, θα την επισκεφθώ πάλι.

Η Μέρα 4 ξεκίνησε με μια μικρή φάρσα. Βγαίνοντας από την πόλη ξέχασα τα παγούρια μου και αναγκάστηκα να γυρίσω στο ξενοδοχείο` μικρό το κακό. Θυμάμαι τις ατελείωτες ευθείες, με μικρούς λόφους, στο δρόμο προς Δράμα. Εκείνη τη μέρα άρχισα να απολαμβάνω τη διαδρομή, το ταξίδι, να κοιτάω γύρω μου και να χαμογελάω. Επιτέλους, ποδηλατούσα τις διαδρομές, που εδώ και 3 μήνες τις έβλεπα τυπωμένες σε ένα κομμάτι χαρτί, κολλημένο στο τοίχο του γραφείου μου. Ναι, ήταν αλήθεια! Το όνειρο της Αρχαίας Μακεδονίας ζωντάνευε κάτω από τα πόδια μου, κάτω από τη σέλα μου, κόσμος περίμενε να με γνωρίσει. «Ίσως και να είναι κάτι σημαντικό αυτό που κάνω» σκεφτόμουν «ίσως ο κόσμος να το καταλάβει».

Τα παιδιά στη Δράμα με υποδέχτηκαν απλόχερα και ένοιωσα όμορφα μέσα μου. Η πόλη τους πολύ όμορφη, τη ζήλεψα. Ο Μπάμπης με συνόδευσε μετά στους Φιλίππους και ενώ μιλούσαμε, κοιτούσα στο βάθος το Φαλακρό, μετά το Παγγαίο και έλεγα μέσα μου, «Τώρα εγώ είμαι εδώ και ποδηλατώ; Τόσο μακριά από το σπίτι μου…»

Τα παιδιά στους Φιλίππους με έκαναν και ένοιωσα αμήχανα, με όλους τους επαίνους τους. Μέσα μου δεν ένοιωθα ότι έκανα κάποιο άθλο, απλά έκανα αυτό που έπρεπε να κάνω. Ίσως το καθήκον μου προς τον εαυτό μου. Αυτό. Ήταν συνολικά μια όμορφη μέρα. Μόνο αν είχα περισσότερο χρόνο να περιδιαβώ την Καβάλα…

Επόμενη μέρα, Μέρα 5, λιακάδα και Αιγαίο πέλαγος και αεράκι και ελαιώνες, τοπίο τελείως διαφορετικό. Ύστερα από πολύ καιρό, μύριζα θάλασσα. Αχ Ελλάδα, Ελλάδα μου. Αυτό είσαι. Αγνή, αμόλυντη, ήλιος, θάλασσα και λάδι. Όλα αυτά πάνω σε μια κουκίδα γης, ποτισμένη με αίμα, ήρωες, φωνές και δράματα, το λίκνο του πολιτισμού. Γιατί σε καταντήσαμε έτσι;

Η καντίνα στην Αμφίπολη, έμοιαζε με σκηνικό ταινίας του Περάκη.  Ζευγαράκι στα 30κατι, που μιλούσαν χαμηλόφωνα, ζευγάρι στα 50κατι, που η σύζυγος μέτραγε τις μπουκιές του συζύγου, συνταξιούχος φορτηγατζής που φόρτωνε σε κάποιον τις ιστορίες του… Μόνο η μπίμπο έλειπε που θα έκανε την ανατροπή. Ο Λέοντας επιβλητικός, βαρύς και ασήκωτος. Έκατσα λίγο στην άκρη του, σκέφτηκα τους λαούς που πέρασαν από αυτή τη γη, όλα τα βλέμματα που είχαν αντικρύσει αυτό το πέτρινο λιοντάρι και όλους αυτούς που είχε αντικρύσει ο Λέοντας, περήφανος στη θέση του. Μετά έφυγα.

Η νύχτα με έπιασε στον κάμπο, πήγαινα νότια προς Πολύγυρο. Ήξερα ότι είχα όλα τα βουνά μπροστά μου, ο ήλιος έπεφτε, κρύωνα και ένιωθα αδύναμος. Σταμάτησα για να αλλάξω ρούχα, να πάρω μια ανάσα. Θυμάμαι ότι όλο το τοπίο ήταν ένας ατελείωτος κάμπος, δέντρα δεν υπήρχαν. Σταμάτησα δίπλα σε ένα θάμνο και ακούμπησα εκεί τη Ταξιδιάρα Ψυχή. «Που πάω;» σκέφτηκα. Συνέχισα, δεν είχα χρόνο για άλλες φιλοσοφικές συζητήσεις με τον εαυτό μου.

Πάνω στα βουνά, έβαζα σημάδια, μια λάμπα 2 λόφους μετά, εκείνα τα φώτα του χωριού κάτω στον κάμπο, για να ξεγελώ τον εαυτό μου, να του δίνω ελπίδες. Όταν έβρισκα κανά συρόμενο, κολλούσα πίσω του για να ζεσταθώ από τα καυσαέρια. Έκανε δουλειά. Στην τελευταία ανηφόρα, πήρα 2 γουλιές ουίσκι από το φλασκί μου. Τα πόδια γυρνούσαν τα πετάλια μηχανικά, το σώμα απλά ακολουθούσε ξέψυχα «Κάπως έτσι θα ένοιωθαν οι εξερευνητές του Βόρειου Πόλου». Εκείνη η πινακίδα που έλεγε «Πολύγυρος»…. Ευφορία!

Μέρα 6 και χαμόγελα, χαμόγελα πλατιά! Τρελή, τρελή κατηφόρα 15 χιλιομέτρων και το Αιγαίο στα πόδια μου, να μεγαλώνει, να μεγαλώνει. Αυτή είναι η πατρίδα μου ρε! Αυτή είναι! Ακούτε;

Ανέβηκα περπατώντας το δύσβατο λόφο για να δω τα ερείπια της Ολύνθου. Περιηγήθηκα στις λεωφόρους της, στα στενά της, μπήκα μέσα σε μερικά σπίτια, είδα τα υπολείμματα της εστίας, τα κεραμικά τους. Νόμισα ότι άκουγα την οχλαγωγία στους δρόμους, πλανόδιους πωλητές να διαλαλούν την πραμάτεια τους, κυρίες με περίτεχνα φορέματα και εταίρες με πονηρά χαμόγελα. Τόσος πολιτισμός, μαζεμένος πάνω σε 2 λόφους, τόσες χιλιάδες χρόνια πριν. Είναι δυνατόν να μη σε αφήνει άναυδο; Κοίταξα στο βάθος τη Νέα Όλυνθο, ένα μικρό μοντέρνο χωριό. Μου φάνηκε τόσο, μα τόσο άσχημο…

Tο απόγευμα, ανέβηκα μερικούς λόφους. Χάζευα τα ελαιόδεντρα και στο βάθος τη θάλασσα, που χρύσιζε από τον ήλιο, τον ήλιο της Μεσογείου. Σε τι όμορφη χώρα ζούμε… Μετά, ήταν η σειρά της 5ης σαμπρέλας. Είχα πλέον συνηθίσει. Ήθελα όμως να πάω στο μοναστήρι όπου πέθανε ο Παϊσιος. Το φως χανόταν γρήγορα, αλλά πρόλαβα να φτάσω και να βάλω μερικά κεράκια. Στο βάθος φαινόταν ο Θερμαϊκός, μέσα στο δειλινό. Θεσσαλονίκη εδώ.

Από τα βουνά και τις ερημιές, βρέθηκα εκείνο το βράδυ στην Καλαμαριά. Απογοήτευση γιατί κανείς δεν με περίμενε να μου κάνει παρέα, σε μια πόλη με τόσους ποδηλάτες. «Κρίμα που είναι τόσο στενόμυαλοι», σκέφτηκα. Πολύ όμορφη πόλη, ιδιαίτερα το βράδυ, έχει μια δική της ενέργεια. Καληνύχτα Θεσσαλονίκη.

Μέρα 7. Το πρωί αποχαιρέτησα τη συμπρωτεύουσα. Όλα καλά μέχρι που το πίσω λάστιχο αποδήμησε στον άλλο κόσμο! Τρομερός αέρας, σταμάτησα σε ένα παρκινγκ πίσω από κάτι δέντρα. Πουθενά βοήθεια, τρομερή απογοήτευση, για δευτερόλεπτα σκέφτηκα «Εδώ ήταν, τέλος!» Μετά το πήρα πίσω. Δεν πρόκειται να το έβαζα κάτω. Μετά μια ώρα, ανάσταση κυρίου όταν βρήκα ποδηλατάδικο. Αμέτρητα, διαφορετικά μεταξύ τους συναισθήματα, με κατέκλυζαν, ενώ το σώμα υπέφερε ανεβάζοντας θερμοκρασία. Χαιρόμουν που μιλούσα σε διαφορετικούς ανθρώπους, μεταφέροντας το μήνυμα. Ένιωθα ότι έκανα κάτι σημαντικό, ίσως και να έκανα.

Μετά την Αλεξάνδρεια, ο Χρήστος με υποδέχτηκε και με συνόδεψε Κατερίνη. Το βράδυ μαζί με το Γιάννη, και οι 2 φίλοι μου, πίναμε μπύρες ανταλλάσοντας πειράγματα. Αυτή είναι η Ελλάδα, σκληρή δουλειά, τιμιότητα, φιλίες καρδιακές και λεβεντιά. Ποτέ δε θα γίνουμε Ευρωπαίοι, σκέφτηκα, τουλάχιστον όχι σε αυτά τα πράγματα.

Μέρα 8. Δίον, η ιερή πόλη των Μακεδόνων. Πρέπει όλοι να περάσουν από εκεί, να δουν και να μυρίσουν αρχαία ιστορία, κάτω από τον επιβλητικό Όλυμπο. Γέλασα πολύ με την ατάκα ενός ηλικιωμένου κυρίου που κάνοντας το κομμάτι του έλεγε στις κυρίες της παρέας «Μη πάτε εκεί, κάτι παλιές πέτρες είναι…» Χαμόγελα και πόζες με μυρωδιά αρχαιοελληνική. Μετά καφεδάκι με τους ποδηλάτες της Κατερίνης.

Στο δρόμο για Βεργίνα, κολλητήρι σε τρακτέρ για να γλιτώσω λίγο αέρα, όλα μέσα στο παιχνίδι. Μετά μια ώρα, μια μεγάλη απογοήτευση με περίμενε. Δεν μπόρεσα να φωτογραφίσω τον τάφο του Φιλίππου, λόγω απαγόρευσης φωτογραφιών. Δυστυχώς, αυτή η όψη της Ελλάδας, είναι και η πιο άσχημη. Είναι η όψη ενός γραφειοκρατικού φασισμού που καταλύει κάθε λογική και κάθε νόμο (άγραφο ή γραφτό), προς χάριν μιας προσωπικής ματαιοδοξίας. Αργότερα έψαξα και βρήκα ότι παρανόμως μου απαγόρευσαν τις φωτογραφίες, αλλά τι νόημα είχε…

Ποδηλατώντας στο δρόμο για Βέροια, σκεφτόμουν… «Μπορεί ποτέ να αλλάξει αυτή η Ελλάδα, η Ελλάδα με τα 2 μέτρα και τα 2 σταθμά; Μπορούν κάποτε οι Έλληνες, μπορούμε άραγε κάποτε να απαγκιστρωθούμε από το αμαρτωλό παρελθόν μας; Είμαστε ικανοί για καινούργια αρχή;» Η απάντηση ήρθε αυτόματα «Όχι, όσο ο ένας κοιτάει στην ανατολή και ο άλλος δίπλα του στη δύση..»

Μέρα 9. Ξεκίνησα προετοιμασμένος για λίγη βροχή και όντως η βροχή με βρήκε, λίγο πριν την Έδεσσα. Ποδηλατούσα πλέον σε γνωστά μέρη και από θέμα ψυχολογίας ήταν μέρα με νύχτα. Η βροχή δεν με πείραξε, το αντίθετο, ήταν κάτι το διαφορετικό. Περνώντας έξω από το Αμύνταιο και συνεχίζοντας για Λέχοβο, περνούσα ήδη περιοχές που χρησιμοποιούσα για τις προπονήσεις μου. Ένα περίεργο συναίσθημα λύπης άρχισε να σκαρφαλώνει στην πλάτη μου, ενώ ανέβαινα το βουνό για την Κλεισούρα. Ήταν η συνειδητοποίηση ότι το ταξίδι έφτανε στο τέλος του, ότι αύριο θα τερμάτιζα. Όλο αυτό το οδοιπορικό τελικά θα τελείωνε πριν ακόμα το καταλάβω.

Το δειλινό έπεφτε γρήγορα. Στην κορυφή της Κλεισούρας χαμογέλασα πονηρά, όταν σκέφτηκα που θα μου χρησίμευε εκείνο το προσπέκτους από τη Βεργίνα. Το έβαλα μέσα από τη φανέλα μου για να κόβει τον αέρα. Κατέβαινα γρήγορα, ενώ σκεφτόμουν πώς θα έτρωγα για βράδυ. Στο βάθος, η λίμνη της Καστοριάς φαινόταν υπέροχη. Από το πρωί, τα λεφτά είχαν τελειώσει και δεν είχα σταματήσει για φαγητό, τρεφόμουν μόνο με μπάρες και παστέλια. Φτάνοντας στο Άργος Ορεστικό, πρόλαβα ανοιχτό ένα σούπερ και με τα τελευταία 5 ευρώ, πήρα ψωμί, τυρί και ζαμπόν` μου έφταναν. Δε με ένοιαζε που πείναγα, ήμουν ενθουσιασμένος με το ταξίδι που ολοκληρωνόταν, με τα χαμόγελα που είδα, με τα πρόσωπα που με καλοδέχτηκαν, με τα χέρια που απλώθηκαν και με χαιρέτησαν. Ήμουν χορτάτος!

Μέρα 10. Ξύπνησα, έφαγα καλά για πρωινό, ντύθηκα και έβγαλα μια τελευταία φωτογραφία στον καθρέπτη. «Αυτό ήταν» σκέφτηκα «για καλό και για κακό». Μια τελευταία στάση Καστοριά, φωτογραφίες και  επόμενο βουνό η Βίγλα. Στο δρόμο για Κορομηλιά ήμουν στεναχωρημένος, δεν ήθελα να τελειώσει αυτό το ταξίδι. Ήθελα να προχωρήσω κι άλλο, να δω περισσότερα μέρη, να γνωρίσω και να μιλήσω σε περισσότερους ανθρώπους. Αναστέναξα και συνέχισα. Αυτό ήταν…

Με το Δημήτρη συναντηθήκαμε και πάλι στην κορυφή της Βίγλας για να με καλωσορίσει στη Φλώρινα. Θυμάμαι έντονα να κατεβαίνω το βουνό προς Φλώρινα και κάθε στροφή του να μου θυμίζει κάποιο άλλο βουνό. Ήταν σαν να ποδηλατούσα μέσα σε ομίχλη.

Φτάσαμε Φλώρινα και κατευθυνθήκαμε στην πλατεία Μόδη, την κεντρική πλατεία. Το μυαλό μου ήταν ακόμα θολωμένο, οι σκέψεις μου εκατοντάδες χιλιόμετρα πίσω στο χρόνο.

Ήταν 10 γεμάτες μέρες, με πολύ χαμόγελο, πολύ δράμα, άφθονο πόνο και αγωνία. Δεν ξέρω αν έκανα κάτι. Αν όμως επηρέασα, έστω και λίγο, τη σκέψη κάποιου που με συνάντησε ή με διάβασε για μένα είναι αρκετό. Οι αλλαγές έρχονται σιγά σιγά άλλωστε.

Για μένα ήταν θέμα τιμής να ολοκληρώσω το ταξίδι μέσα σε 10 μέρες, ό,τι και να γινόταν. Και τα κατάφερα. Είχα στο στήθος μου την ελληνική σημαία, και η ευθύνη ήταν μεγάλη. Εκείνες τις 10 μέρες ήμουν χαρούμενος, ένοιωθα πραγματικά ελεύθερος, ένοιωθα καλύτερος άνθρωπος, ένοιωθα ότι υπηρετούσα κάτι μεγαλύτερο από εμένα, ένοιωθα περήφανος ως Έλληνας.

Τρίτη 30 Οκτωβρίου 2012

Αγανακτισμένοι;



Ξυπνήσαμε λοιπόν ένα πρωί, ή μάλλον μας ξυπνήσαμε οι φίλοι μας οι Ισπανοί που είχαν ήδη ξεσηκωθεί, και γίναμε Aγανακτισμένοι. Δεν πειράζει, το παραβλέπουμε. Βγήκαμε στους δρόμους, με φωνές και διαμαρτυρίες, κατακλύσαμε την πλατεία Συντάγματος, τα κανάλια μετρούσαν σε χιλιάδες τον ξεσηκωμό των Ελλήνων, την αντίδραση ενάντια στο σύστημα, την Τρόικα, την κυβέρνηση, τους πολιτικούς.

Κράτησε μερικούς μήνες αυτός ο «ξεσηκωμός», η Ελλάδα γέμισε με ελπίδα, γιατί δεν είχαν βγει στους δρόμους οι συνήθεις ύποπτοι, αλλά και κομμάτια της μεσαίας τάξης, μια τάξη που μέχρι τότε διατηρούσε αλώβητα τα προνόμια της. Ήρθε επιτέλους και η σειρά τους (των πολιτικών), είπαν μερικοί.

Και μετά, όπως όλες οι καταστάσεις που στην Ελλάδα λειτουργούν παρορμητικά, πήγε από το ένα άκρο στο άλλο. Το κίνημα καταλάγιασε, οι Αγανακτισμένοι ξαναβγήκαν πάλι στους δρόμους, αλλά όχι τόσο δυναμικά όσο την πρώτη φορά και μετά… απορροφήθηκαν από το διαδίκτυο, έγιναν Αγανακτισμένοι On Line.

Γιατί ας το παραδεχτούμε. Είναι πιο εύκολο να διαδηλώνεις από τον καναπέ του σπιτιού σου, όπου ούτε χημικά θα δεχτείς, ούτε θα ταλαιπωρηθείς και θα πεις και ρε αδερφέ, και τον καημό σου. Και αν ποτέ δεν κατέβηκες σε μια πορεία, αν δεν είχες την ευκαιρία να μυρίσεις δακρυγόνα, ή να πας φωνάζοντας μπροστά στο Σύνταγμα, τώρα μπορούσες να «διαδηλώσεις» και το σημαντικότερο, να μάθουν και οι άλλοι ότι διαδηλώνεις.

Έτσι λοιπόν σε κάθε πόλη της Ελλάδος, με τη βοήθεια του διαδικτύου, δημιουργήθηκαν ομάδες Αγανακτισμένων, που σκοπό έχουν τι; Ειλικρινά δεν ξέρω. Να σχολιάζουν τα κακώς κείμενα, να οργίζονται με την κακόβουλη κυβέρνηση, να κοινοποιούν άρθρα που περιγράφουν τα χάλια μας, τους πουλημένους πολιτικούς, την ασυδοσία του κράτους, την αναλγησία του κρατικού μηχανισμού και πάει λέγοντας. Και μετά τι;

Να ρωτήσω λοιπόν κάτι βασικό. Αυτούς τους κακούς πολιτικούς, ποιος τους έβαλε στην εξουσία; Αυτός ο λαός που τώρα έχει γίνει Αγανακτισμένος, δεν τους ψήφισε; Δεν τους ψήφιζε όλα αυτά τα χρόνια για να απολαμβάνει το ρουσφέτι του, τη θέση του στο Δημόσιο, την αυθαίρετη βίλα του, την παράνομη επιδότηση του, το βόλεμα του παιδιού του σε μια τράπεζα; Μήπως ζούμε μια σχιζοφρένεια τελικά; Οι πολιτικοί είναι καθρέφτης της κοινωνίας μας, μας δείχνει ποιοι πραγματικά θέλουμε να μας κυβερνάμε, μας δείχνει ποιοι είμαστε πραγματικά. Και φυσικά αυτή η εικόνα δεν μας αρέσει, οπότε είναι πιο εύκολο να βρίζουμε αυτούς τους κακούς πολιτικούς.

Αν δεν αποδεχτούμε ευθύνη για ό,τι έγινε στην Ελλάδα από την μεταπολίτευση και μετά, αν δεν ενωθούμε, μπλε, πράσινοι, ροζ και κόκκινοι κόκκοι, αν δεν καταλάβουμε ότι όλοι είμαστε Έλληνες, τίποτα δυστυχώς δεν πρόκειται να αλλάξει.

Θα μείνουμε μια ζωή Αγανακτισμένοι Μεταξύ μας, χωρίς οργάνωση, χωρίς σχέδιο, χωρίς όραμα, παρορμητικοί και φωνακλάδες, εριστικοί και εγωιστές, ένα ατελείωτο Καφενείο Η Ελλάς, αυτή η καταραμένη κληρονομιά που μας ακολουθεί εδώ και δεκάδες χρόνια. Θα μείνουμε ραγιάδες και όχι  Έλληνες. Και μη νομίζετε, αυτοί που μας κυβερνούν σε αυτό ποντάρουν.

Η αγανάκτηση οδηγεί σε δράση. Η αγανάκτηση για την αγανάκτηση, είναι χάσιμο χρόνου. Αποφασίστε τι θέλετε να κάνετε και κάντε κάτι. Οτιδήποτε όμως. Παραδειγματιστείτε από την ιστορία μας, εμπνευστείτε από αυτήν, οργανωθείτε, αναλάβετε δράσεις, σε κάθε πόλη και δείξτε τους ότι δεν είστε μόνο λόγια.

Είναι καιρός πλέον για πράξεις.

Σάββατο 20 Οκτωβρίου 2012

Στατιστικά Διαδρομής



Το ποδηλατικό μου οδοιπορικό ολοκληρώθηκε μεταξύ 2 έως 11 Οκτωβρίου 2012. Παραθέτω μερικά στατιστικά απο τη διαδρομή

Στατιστικά
Συνολική απόσταση:  1250 χλμ

Συνολικά υψομετρικά:  10000 μ.

Συνολική διάρκεια διαδρομής (σέλα) : 64 ώρες

Νυκτερική διάρκεια διαδρομής(σέλα) : 9:30 ώρες

Μέση ταχύτητα: 19.5 χαω

Υψηλότερη κορυφή: Βίγλα, Μέρα 10, 1543 μ

Μεγαλύτερη σε διάρκεια ανηφόρα: Μέρα 5, Απολλωνία-Παλαιοχώρα, 25 χλμ με 2.4% μέση κλίση

Δυσκολότερη ανηφόρα: Μέρα 3, Κολχικό- Σοχός, 4 χλμ με 5.7% μέση κλίση και 10% μέγιστη

Μεγαλύτερη σε διάρκεια κατηφόρα: Μέρα 6, Πολύγυρος-Όλυνθος, 14.5 χλμ με -1.8% μέση κλίση και -8% μέγιστη

Μεγαλύτερη διαφορά θερμοκρασίας: Μέρα 5, 24 βαθμοί C 36-12

Πιο θερμή μέρα: Μέρα 1, μέση θερμοκρασία 29 C

Πιο κρύα μέρα: Μέρα 9, μέση θερμοκρασία 18 C

Ημερήσια κατανάλωση θερμίδων: 3000 - 3500 θερμίδες

Ζημιές: 5 σαμπρέλες, 1 πίσω ελαστικό 

Σχόλια
Όπως πάντα τα νούμερα λένε τη μισή αλήθεια. Όπως πχ ότι σχεδόν μισή μέρα ποδηλατούσα σε σκοτάδι. Μου φάνηκε πολύ περισσότερο.

Η μέση ταχύτητα ήταν εκεί περίπου που υπολόγιζα ότι θα ήταν, παρόλα τα 30 κιλά (ποδήλατο+αποσκευές)

Την ανηφόρα μετά το Κολχικό, έκανε πιο δύσκολη, η ζέστη που είχε τότε και η πλήρη ανυπαρξία σκιάς. Βλαστήμησα μέχρι να αρχίσει να κατηφορίζει.

Η μεγαλύτερη ανηφόρα, μετά την Απολλωνία, δεν ήταν τόσο δύσκολη απλά ενοχλητική και το γεγονός ότι δεν είχα σημεία αναφοράς. Το να ποδηλατείς τελικά σε μια άγνωστη ανηφόρα, είναι ό,τι χειρότερο.

Το πρωινό ξύπνημα στον Πολύγυρο μου έδωσε για δώρο μια όμορφη 15χλμ κατηφόρα μέχρι τη θάλασσα. Απόλαυση πραγματικά....

Ο υπολογισμός των θερμίδων έγινε με ένα μέσο όρο 500 θερμίδων/ώρα. Κάπου εκεί βρίσκεται η πραγματικότητα. Υπολογίζω ότι είχα ένα έλλειμα 1000 θερμίδων τη μέρα, αλλά τις πρώτες μέρες έτρωγα αρκετά και μετά απο λίγο το σώμα άρχισε να προσαρμόζεται στη καθημερινή "δουλειά".

Οι ζημιές δείχνουν μια αναλογία 2 σαμπρέλων τη μέρα, αλλά δεν συνέβει έτσι. Οι πρώτες 4 σαμπρέλες έγιναν τη Μέρα 2, μέρα βγαλμένη απο την κόλαση! Επιβίωσα τελικά και έφτασα στο ξενοδοχείο, αυτός ήταν και ο στόχος...

Τη Μέρα 2 θα θεωρήσω την πιο δύσκολη μέρα, για τον παραπάνω λόγο, αν και υπήρχαν και άλλες μέρες, πιο απαιτητικές. 

Τη Μέρα 4 θα διαλέξω ως πιο εύκολη, όταν συνάντησα και τα παιδιά στη Δράμα και στην Καβάλα. Ίσως η σχετικά εύκολη διαδρομή και η επαφή με τόσα καινούργια πρόσωπα, βοήθησε

Ελπίζω να σας κάλυψα σε θέμα αριθμών

Δευτέρα 15 Οκτωβρίου 2012

Τελικά η Ελλάδα ανήκει στους Έλληνες;



Αιτία αυτού του άρθρου είναι η πρόσφατη επίσκεψη μου στο μουσείο της Βεργίνας και η απαράδεκτη συμπεριφορά που αντιμετώπισα εκεί. 

Το ποδηλατικό μου οδοιπορικό, είχε ως μήνυμα την ένωση που πρέπει να έχουμε σαν λαός, για να ξεπεράσουμε την τωρινή κρίση. Αντλούσε παράδειγμα απο τη φιγούρα του Φιλίππου Β, ο οποίος χιλιάδες χρόνια πριν, ένωσε και ισχυροποίησε την Μακεδονία. Έπρεπε λοιπόν να περάσω απο την Βεργίνα, για να αποτυπώσω στη φωτογραφική μου μηχανή, το ανάκτορο του Φιλίππου Β και τα κτερίσματα απο τον τάφο του.

Η επίσκεψη μου στο μουσείο ήταν προγραμματισμένη την 7η μέρα του ταξιδιού. Παρόλα αυτά, τεχνικά προβλήματα με έριξαν πίσω στο χρόνο και εκείνη τη μέρα, το μουσείο έκλεινε στις 5μιση. Κατόπιν τηλεφωνικής επικοινωνίας, με διαβεβαίωσαν ότι την επομένη το μουσείο ΚΑΙ ο αρχαιολογικός χώρος θα ήταν ανοικτός μέχρι τις 7 το απόγευμα. Αναγκάστηκα να τροποποιήσω ολόκληρη τη σχεδίαση που είχα κάνει, για να μπορέσω την 8η μέρα να επισκεφθώ την Βεργίνα, αφού την προηγούμενη ήταν αδύνατο.

Πληρώνοντας το κάπως ακριβό αντίτιμο των 8 Ε για το μουσείο και τον αρχαιολογικό χώρο (συγκριτικά, για το μουσείο και το αρχαιολογικό χώρο της Πέλλας πλήρωσα 6 Ε), έμαθα ότι ο χώρος ήταν κλειστός λόγω... ανασκαφών! Ήδη λοιπόν, το ελληνικό μπάχαλο στο μεγαλείο του! Θα πλήρωνα για κάτι που δεν θα έβλεπα, ενώ κάποιος με είχε διαβεβαιώσει για το αντίθετο την προηγούμενη μέρα.

Προσπάθησα να το βάλω στο πίσω μέρος του μυαλού μου, γιατί τουλάχιστον θα έβγαζα όμορφες φωτογραφίες απο το μουσείο. Φανταστείτε την απόγοήτευση μου όταν η υπάλληλος μου ανέφερε ότι απαγορεύονται οι φωτογραφίες, χωρίς καν η ίδια να γνωρίζει το λόγο! Ο διάλογος που ακολούθησε αναφέρεται στην ανάρτηση της Μέρας 8 και είναι ενδεικτικός της γραφειοκρατικής νοοτροπίας που ακόμα ζει και βασιλεύει ανά την Ελλάδα. 

Φανταστείτε, αυτό το ποδηλατικό ταξίδι, να το είχε οργανώσει κάποιος εκτός Ελλάδας, να έκανε χιλιάδες χιλιόμετρα για να φτάσει στη Βεργίνα και να έκανε αυτόν τον καταπληκτικό διάλογο. Ποιά θα ήταν η γνώμη που θα σχημάτιζε για την Ελλάδα;

Φυσικά και δεν κατηγορώ την όποια υπάλληλο μεταφέρει την εντολή της προισταμένης, αλλά την ίδια την κ. Κοταρίδου που με αυτόν τον αυταρχικό τρόπο, αποφασίζει και διατάζει ότι κανείς δεν πρέπει να αποτυπώνει σε κάμερα, αντικείμενα που ήδη κυκλοφορούν σε εκατοντάδες φωτογραφίες.

Γιατί λοιπόν απαγορεύονται οι φωτογραφίες σε ένα τόσο σημαντικό μουσείο, ενώ σε οποιαδήποτε άλλο μουσείο επιτρέπονται, απλά χωρίς τη χρήση φλας; Τα αντικείμενα αυτά ήδη κυκλοφορούν σε φωτογραφίες. Μήπως για να αναγκάσουν τους επισκέπτες να έρχονται ξανά και ξανά για να θαυμάσουν απο κοντα τους τάφους; Κατά τη γνώμη μου, αυτή η συμπεριφορά απωθεί τον κοσμο, δεν τον κάνει να θέλει να ξαναπάει στην Βεργίνα.

Κάποιος πρέπει να εξηγήσει την κ. Κοταρίδου, ότι ο τάφος και τα κτερίσματα του Φίλιππου Β, του ηγεμόνα του Μακεδονικού Βασιλείου, δεν ανήκουν σε κανένα μουσείο, απλά φιλοξενούνται εκεί.


Ανήκουν στην Ελλάδα και στον ελληνικό λαό. Ας βάλει λοιπόν στην άκρη η κ. προϊσταμένη την όποια προσωπική της ματαιοδοξία για να μπορούμε να έχουμε και εμείς όταν φεύγουμε απο αυτό, το κατά τα άλλα πολύ όμορφο μουσείο, το αυτονόητο` φωτογραφίες απο τον τάφο του Φιλίππου Β.

Παρασκευή 12 Οκτωβρίου 2012

Μέρα 10

80 χλμ 1080 μ

Θα ήταν η τελευταία μέρα του ταξιδιού μου. Η "ρουτίνα" όμως που είχα, εδώ και 9 μέρες θα συνεχιζόταν και σήμερα.

Αφού ανέβασα μία ακόμα ανάρτηση, τακτοποίησα τα πράγματα μου και ντύθηκα. Χρόνο είχα άλλωστε

Ευχαρίστησα τον ιδιοκτήτη του ξενοδοχείου Μπατσέλας και ξεκίνησα



Περνώντας μέσα απο Άργος Ορεστικό, κατευθύνθηκα προς Δισπηλιό και περιμετρικά της λίμνης, θα έφτανα στην Καστοριά



Όταν άρχισα να βλέπω τη λίμνη, δεν μπορούσα να αντισταθώ στον πειρασμό. Μπήκα στο πάρκινγκ ενός ξενώνα και έβγαλα τις φωτογραφίες. Το θέαμα ήταν υπέροχο




Τα πόδια ήταν βαριά, αλλά δεν είχαν ακόμα ζεσταθεί. Σε 10 λεπτά έφτασα Καστοριά. Βρήκα μια άνετη θέση, για να χαζέψω λίγο τη λίμνη απο κοντά, μίλησα με το φίλο μου Δημήτρη για να συναντηθούμε πριν φτάσω Φλώρινα και αναχώρησα



Ανέβηκα το λόφο σιγά σιγά, έβγαλα μια τελευταία φώτο και κατηφόρησα προς Μανιάκους (χωριό)


Βγήκα στον αυτοκινητόδρομο. Ακόμα 70 χλμ μέχρι τον τερματισμό



Στην ευθεία μέχρι την Κορομηλιά, ενώ τα πόδια είχαν ζεσταθεί δεν ανέβασα ταχύτητα. Η λογική έλεγε να κρατήσω δυνάμεις για την ανάβαση, αλλά δεν ήταν αυτός ο πραγματικός λόγος.

Απλά ήθελα το ταξίδι να κρατήσει όσο το δυνατόν περισσότερο...



Ανέβηκα το λόφο, το χωριό φαινόταν στο βάθος



Κατέβασμα απο το λόφο και η ανάβαση στους πρόποδες της Βίγλας σε λίγο ξεκινούσε


Κοιτώντας τα νούμερα είδα ότι είχαμε σπάσει πλέον την 1200αρα. Πραγματικά, τρελλό νούμερο!


Η πορεία σταθερά ανοδική, ο ήλιος έκαιγε


Έφτασα Ανταρτικό, στάση για νερό και ένα τζελάκι γιατί ακολουθούσαν 2 χλμ στο 8%. Μίλησα με το Δημήτρη που θα με περίμενε στο Πισοδέρι.

Ξεκίνησα, μόνο μερικά χιλιόμετρα με χώριζαν απο τη Φλώρινα. Προσπαθούσα να χαρώ τη φύση γύρω μου, δεν ήθελα με τίποτα να τελειώσει αυτό το ταξίδι. Το κεφάλι μου ήταν γεμάτο απο εικόνες, ανθρώπους, πόλεις και βουνά

Μια ακόμα ανηφόρα και το Πισοδέρι φάνηκε στα 2 χλμ



Σε λίγο έγινε η συνάντηση με το Δημήτρη και πριν πιάσουμε κατηφόρα βγάλαμε τη Φλώρινα απο ψηλά





Και μετά άρχισε το γλέντι στην κατηφόρα!



Φτάσαμε Φλώρινα, και σταθμεύσαμε στη πλατεία Μόδη για τις φωτογραφίες. Το σώμα μου ήταν εκεί, αλλά το μυαλό βρισκόταν καμμιά 200ρια χιλιόμετρα πιο πίσω, σε λόφους και πεδιάδες



Η περιπέτεια ολοκληρώθηκε, ο στόχος επιτεύχθηκε

Αφιερωμένο σε όσους ανθρώπους πίστεψαν σε μένα, αγκάλιασαν αυτήν την προσπάθεια και έτσι βοήθησαν και μένα να την ολοκληρώσω

Έτσι κι αλλιώς είμαστε και θα παραμείνουμε, Περήφανοι ως Έλληνες...

Μέρα 9

142 χλμ 1510 μ

Η μέρα θα ξεκινούσε πάλι με καθυστέρηση, γιατί έπρεπε να ανεβάσω ακόμα μια ανάρτηση αλλά δεν αγχωνόμουν. Σήμερα δεν θα είχα καμία στάση να κάνω και επιπλέον γνώριζα πολύ καλά τη διαδρομή

Ετοιμάστηκα και κατέβηκα στη ρεσεψιόν. Το ξενοδοχείο Dellagio μου άφησε τις καλύτερες εντυπώσεις.






Ο καιρός έδειχνε έτοιμος για βροχή. Κοίταξα κάτω τον κάμπο και άρχισα την κατάβαση


Κατέβηκα γρήγορα τα 6 χλμ που με χώριζαν απο την Π.Ε. Βέροιας Νάουσας και έβαλα πλώρη για Σεβαστιανά. Πήρα την ευθεία για τη διασταύρωση με την Π.Ε Θεσσαλονίκης. Τα πόδια έβγαζαν άνετα δύναμη. Ο καιρός έτοιμος να βρέξει και στο βάθος φαινόταν η Έδεσσα



Πλησιάζοντας Ριζώματα άρχισαν οι πρώτες ψιχάλες. Σταμάτησα σε μια στάση για να προετοιμαστούμε για την βροχή





Ξεκινήσαμε λοιπόν και όλα υπό έλεγχο. Αδιάβροχα, η Ταξιδιάρα ψυχή κι εγώ, καλά λάστιχα, φτερά, καλό ντύσιμο, καλό φαγητό. Ας έβρεχε όσο ήθελε, δεν μασάγαμε!

Σε λίγο στη διασταύρωση και στρίψαμε για να πάρουμε τον περιφερειακό της Έδεσσας. Η βροχή συνέχιζε



Ανηφόρα, φαγητό και πετάλι (ως συνήθως). Όσο ανεβαίναμε η βροχή έκοβε, μέχρι που σταμάτησε μετά απο λίγο. Η υγρασία ήταν το πρόβλημα



Αυτό βέβαια ήταν η προθέρμανση, γιατί ακολουθούσαν τα 11% του Αγρα. Αργά και σταθερά, ξεκίνησε και εκείνη η ανάβαση




Φτάνοντας στο χωριό, στάση για καφέ. Ευτυχώς υπήρχε κανονική καφετέρια και απόλαυσα ένα διπλό εσπρέσσο.

Ήμουν ιδρωμένος απο την ανάβαση και κρύωνα. Πήγα στην τουαλέτα και έβαλα χαρτιά στο στομάχι και την κοιλιά και μόνωση. Παλιό, αλλά σίγουρο κόλπο!

Συνέχισα μετά απο ένα μισάωρο, περνώντας δίπλα απο την μικρή λίμνη στα Βρυτά


Περνώντας έξω απο Άρνισσα, ο καιρός έδειχνε να βελτιώνεται. Μάλλον δεν θα είχα άλλη βροχή στο διάβα μου



Πέρασα έξω απο Πύργους. Αυτόν τον μακεδονικό τάφο τον είχα δεί. Ο τελευταίος λόφος και μετά ο Φιλώτας, με τα φουγάρα της ΔΕΗ στο βάθος. Χιλιοειδωμένες εικόνες, αλλά πάντα σημαντικές μέσα μου



Κατάβαση και αριστερά για Αετό. Η ελληνική σημαία που κυμάτιζε μου έκανε κάτι



Μια ακόμα στάση στην πηγή. Είχα κάνει πάνω απο 2 ώρες σέλα. Ξεκούραση στη μέση, νερό μπόλικο, φαγητό και πάλι πετάλι. Τουλάχιστον να έφτανα Κλεισούρα πριν βραδιάσει.

Το Λέχοβο το ανέβηκα χωρίς δράματα, ο δρόμος ήταν άδειος


Μετά το Λέχοβο, στην αγαπημένη στάση, μια γρήγορη ανάσα. Είχα λίγο φως ακόμα, θα προλάβαινα την κορυφή


Στο δρόμο ξανά. Μετά απο 2 στροφές φαινόταν στο βάθος η Κλεισούρα


Παιρνόντας κοπάδι με κατσίκια, τσαμπουκαλεμένος σκύλος άρχισε να έρχεται καταπάνω μου. Έβγαλα αργά τη μαγική συσκευή και πάτησα. Ο σκύλος έκανε μεταβολή και συνέχισε να απομακρύνεται γαυγίζοντας!

Σε 20 λεπτά ήμουν κορυφή, η ώρα λίγο μετά τις 7. Τουλάχιστον θα κατέβαινα το βουνό με λίγο φως ακόμα


Φόρεσα, ό,τι είχα, έβαλα και το προσπέκτους απο τη Βεργίνα για να με κρατάει ζεστό και ετοιμάστηκα για την κάθοδο. Τουλάχιστον, το προσπέκτους κάπου θα χρησίμευε

Τα 8 χιλιόμετρα τελείωσαν εν ριπή οφθαλμού, μια και κατέβαινα με 50+. Στο βάθος φαινόταν ο κάμπος με την λίμνη της Καστοριάς


Πλέον νύχτωνε και έπρεπε να σταματήσω για φώτα και γιλέκο. Ήμουν 5 χιλιόμετρα απο Άργος Ορεστικό, το σημερινό ταξίδι είχε κυλήσει χωρίς απρόοπτα (έτσι, για αλλαγή)