Σήμερα το πρωί, αυτή η ερώτηση
δημιουργήθηκε μόνη της, πήρε σάρκα και οστά χωρίς να με ρωτήσει, όρθωσε το
ανάστημα της εμπρός μου και έτσι απλά, στάθηκε να με κοιτάει.
Τι άλλο να κάνεις; Μπορείς κάτι
να κάνεις σε αυτή τη χώρα ή ακόμα καλύτερα μπορείς να κάνεις κάτι ΓΙΑ αυτή τη
χώρα;
Κάποτε περνούσαμε ωραία θα πουν
πολλοί, σε αυτούς τους πολλούς και εγώ μαζί. Την δεκαετία του 90 υπήρχε χρήμα
στην αγορά, υπήρχαν δουλειές, ναι ΔΟΥΛΕΙΕΣ! Ξέρετε αυτό το πλέον… συλλεκτικό
είδος. Αν δεν σου άρεσε η δουλειά που έκανες, αν ήθελες κάτι παραπάνω ή κάτι
διαφορετικό, μπορούσες απλά να παραιτηθείς και μέσα στο μήνα έβρισκες μια άλλη.
Υπήρχε τότε το Χ.Α.Α. ή αλλιώς το
Χρηματιστήριο και όλα τα επαγγέλματα γύρω από αυτό. Αποδείχθηκε μια ακόμα
φούσκα θα μου πείτε, αλλά και τι άλλο δεν κατέληξε φούσκα σε αυτή τη χώρα; Όσο
όμως υπήρχε, έδινε δουλειά και απασχόληση σε πολλούς.
Όταν τελείωσε το Χρηματιστήριο,
όταν όλοι έχασαν τα χρήματα τους, όταν η κυβέρνηση έλεγε αυτό το κλασσικό με το
μαχαίρι και το κόκαλο (καλά άλλο σλόγκαν δεν τους έχουν βρει, τόσα χρόνια;) για
τους «κακούς» τραπεζίτες (που ποτέ δεν τιμωρήθηκαν), έπρεπε να εφευρεθεί κάτι
άλλο. Και τι ήταν αυτό το άλλο; Μα φυσικά, οι Ολυμπιακοί Αγώνες.
Μόλις εκείνος ο «Αθάνατος» (ζει
άραγε ακόμα;) είπε Athens,
όλοι αγκαλιαστήκαμε λες και είχε λήξει ο πόλεμος και είχαμε νικήσει! Τι σημασία
είχε που δεν είχαμε λεφτά για να κάνουμε τους Αγώνες, οι Αγώνες έπρεπε να
γίνουν! Τι σημασία είχε που ο προϋπολογισμός ανέβηκε 3 φορές πάνω, που εκατοντάδες
τόνοι μπετόν χύθηκαν άδικα σε κτίρια που θα έμεναν (και έμειναν)
ανεκμετάλλευτα; Σημασία είχε η γκλαμουριά μας, το γαμώτο μας. Ναι, ήμασταν κι
εμείς Ευρωπαίοι!
Και όταν οι προβολείς έσβησαν,
όταν τα χειροκροτήματα σταμάτησαν, η Ελλάδα ξύπνησε ένα πρωί με hangover από
το μεθύσι των Ολυμπιακών Αγώνων. Κοίταξε το πορτοφόλι της και δεν υπήρχε καν
πορτοφόλι. Δεν υπήρχε τίποτα.
Και μετά; Ένας ένας άρχισαν να
αποχωρούν, στις μύτες, για να μη μας ξυπνήσουν από τον αιώνιο ύπνο μας. Πρώτος
έφυγε ο Κωστάκης, γιατί ανεπίσημα ήξερε ότι δεν υπήρχε σάλιο στα ταμεία`
επίσημα γιατί «κουράστηκε» από την διακυβέρνηση της χώρας. Μετά ήρθε ο
Γιωργάκης, που ανεπίσημα ήξερε το ίδιο, αλλά που επίσημα διακήρυττε το «Λεφτά
υπάρχουν» (φρέσκο σλόγκαν). Αφού «κουράστηκε» μέχρι να μας βάλει στο ΔΝΤ και η
μαμά τους ικανοποιήθηκε που τον είδε πρωθυπουργό, είπε κι αυτός να αποχωρήσει
γιατί έπρεπε να μεταλαμπαδεύσει την γνώση που απόκτησε στην αλλοδαπή….
Τώρα τη θέση της γκλαμουριάς έχει
πάρει η κατάντια, η μιζέρια και η εξαθλίωση. Τα ΜΜΕ είναι ο ντελάλης της
κυβέρνησης, που μπαίνει καθημερινά σε κάθε νοικοκυριό και αναγγέλλει τα
άσχημα-μα-απαραίτητα καινούργια μέτρα. Κάθε κανάλι έχει τα «παπαγαλάκια» του,
που πλασάρουν τα γεγονότα κατά το δοκούν` η αμεροληψία του δημοσιογράφου έχει
πεταχτεί στον κάλαθο των αχρήστων.
Η κυβέρνηση πρέπει να έχει
μετακομίσει σε κάποια βόρεια χώρα π.χ. Γερμανία ή Σουηδία και από εκεί να
στέλνει τα διαγγέλματα της. Δεν εξηγείται αλλιώς πώς αυτές οι φάτσες βγαίνουν
πίσω από το γυαλί και μιλούν όπως μιλούν, εννοώ ο κόσμος μπροστά από το γυαλί,
πεινάει, κλαίει, αυτοκτονεί.
Ο Έλληνας καθημερινά
εξαθλιώνεται, βρίζει, φωνάζει, τσακώνεται με τη γυναίκα του γιατί δεν υπάρχουν
χρήματα, αλλά μέχρι εκεί. Και αυτό είναι το κόλπο, το κόλπο τους, το colpo grosso. Λαός εξαθλιωμένος,
είναι λαός τελειωμένος.
Η κυβέρνηση, οι συνδικαλιστές, οι
απεργοί, τα λαμόγια, τα παπαγαλάκια, υπήρχαν, υπάρχουν και θα υπάρχουν. Αλλά η
ύφεση βαθαίνει, η εξαθλίωση συνεχίζεται και κανείς δεν σκέφτεται τον απλό
Έλληνα πολίτη.
Τι άλλο να κάνεις λοιπόν; Ενώ
προσπαθείς, ενώ όλοι μας προσπαθούμε να επιβιώσουμε, ΔΕΝ πρέπει να παίζουμε το
παιχνίδι τους. Ο καθένας, μπορεί να κάνει τη δική του επανάσταση, είτε με λόγο,
είτε με πράξεις. Αν απλά και μόνο συνειδητοποιήσει το παιχνίδι που παίζουν στην
πλάτη του, μπορεί να κάνει την επανάσταση του, απλά και μόνο με την ψήφο του.
Οι καιροί είναι δύσκολοι, και
πρέπει να υπάρχει ανάμεσα μας ομόνοια και συσπείρωση. Αν θέλουμε κάτι να
αλλάξει, θα αλλάξει. Αλλιώς ας αποδεχτούμε τη μοίρα μας και ας περιμένουμε καρτερικά
το τέλος μας.